Η σιωπηρή κραυγή του Ερημίτη.

3/2021

https://forms.gle/h7LcaPTc5AuKaxMo6

Ιωάννα Ετμεκτσόγλου, Γραμματέας της Ελληνικής Εταιρείας Ακουστικής Οικολογίας, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Μουσικής Ψυχολογίας, Τμήμα Μουσικών Σπουδών, Ιόνιο Πανεπιστήμιο.

Εκ μέρους του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΕΑΟ: Κατερίνα Τζεδάκη (Πρόεδρος), Κώστας Παπαρρηγόπουλος (Αντιπρόεδρος), Κίμων Παπαδημητρίου (Ταμίας), Πάνος Αμελίδης (Μέλος) και Αντρέας Μνιέστρης (Εκπρόσωπος στο WFAE).





Οποιαδήποτε μορφή ανθρωπογενούς ανάπτυξης δεν οδηγεί απαραίτητα σε βιώσιμη, θετική εξέλιξη για τη ζωή στον πλανήτη που μας φιλοξενεί. Οι σύγχρονες κοινωνίες των ανθρώπων του Δυτικού κόσμου έχουν βασιστεί στη φιλοσοφία του εξορυκτισμού ο οποίος σύμφωνα με την Klein (2015):

υποδηλώνει μια σχέση με τη γη που δεν είναι αμοιβαία και βασίζεται στην κυριαρχία, μια σχέση που έχει ως μοναδικό στόχο την καταλήστευση. Είναι το αντίθετο της περιβαλλοντικής διαχείρισης, που δεν αφαιρεί μόνο, αλλά και φροντίζει για την αναγέννηση και τη συνέχιση της ζωής. (Klein, 2015, σ. 223)

Ο τουρισμός αποτελεί μια όψη του εξορυκτισμού. Έχει διαβρώσει και διαβρώνει σε βάθος τους τόπους και τη ζωή σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Στην Κέρκυρα, η τουριστική ανάπτυξη συνεχίζει επιθετικά την αλόγιστη–ως προς την αειφορία–πορεία της, ενώ το νησί αδυνατώντας να βρει βιώσιμες λύσεις ακόμα και για τα ίδια τα σκουπίδια του, τα στοιβάζει σε πλοία και τα στέλνει ‘αλλού’. Οι πολίτες σε μεγάλο βαθμό παραμένουν αδρανείς… Όμως και όταν συσπειρώνονται για να αναχαιτίσουν την καταστροφική ορμή του τουρισμού, φαίνεται ότι βρίσκουν απέναντί τους, ως εχθρό, το ίδιο το κράτος. Το κράτος, το οποίο αποφάσισε το 2012 να εκμεταλλευθεί την οικολογικά, αισθητικά, ψυχολογικά, κοινωνικά, επιστημονικά και εκπαιδευτικά ανεκτίμητη περιοχή ‘Ερημίτης’ στη βόρειο-ανατολική Κέρκυρα. Το κράτος, το οποίο αφού αλαζονικά εκτίμησε την ανεκτίμητη αξία του Ερημίτη, υπολόγισε και την αντιστοιχία της με έναν αριθμό από νομίσματα και στη συνέχεια την πούλησε για 99 χρόνια. Όχι, όχι, δεν την πούλησε τελείως ισχυριζόταν, πούλησε μόνον τη διάθεση δικαιώματος της επιφάνειάς της για εκμετάλλευση από ιδιώτη για 99 χρόνια. Μόνον το δικαίωμα επιφάνειας και για μόνον 99 χρόνια, οπότε και ο Ερημίτης θα γυρνούσε πίσω στον ‘τόπο’. Θα γυρνούσε όμως; και αν γυρνούσε, πόσο κακοποιημένος, αλλοτριωμένος, διαβρωμένος, ανεκτίμητα και αμετάκλητα διαφορετικός θα ήταν; Τι θα είχε απομείνει από τον ‘έρημο’ τον Ερημίτη μετά από 99 χρόνια τουριστικής εκμετάλλευσης, και τι νόημα θα είχε ένας αλλοτριωμένος Ερημίτης για τις γενιές που ποτέ δεν θα είχαν την ευκαιρία να τον γνωρίσουν με την πραγματική του ταυτότητα και ομορφιά; (Save Erimitis, 2018)

Τι 99 χρόνια όμως… μόλις μετά από πέντε χρόνια περίπου, το 2017, το κράτος ήρθε να δευτεροχτυπήσει ανελέητα τον Ερημίτη τόπο, πουλώντας αυτή τη φορά στον ‘επιφανειούχο’ και το δικαίωμα κυριότητας σε μέρος της γης για την ανέγερση κτισμάτων και ξενοδοχειακής μονάδας, κτισμάτων τα οποία θα παραμείνουν στην κυριότητά του και μετά τα 99 χρόνια (ο.π.)

Σήμερα, άνοιξη του 2021, τα οικοδομικά μηχανήματα έχουν εισβάλλει ‘νόμιμα’ στον Ερημίτη τόπο της Κέρκυρας, ενώ οι πολίτες πασχίζουν να σταματήσουν το κακό! Πού είναι το κράτος, και γιατί δεν ακούει; Τα ζητήματα ανθρωπογενών θορύβων σε φυσικές περιοχές εξ αιτίας του τουρισμού έχουν απασχολήσει επιστήμονες σε διάφορα μέρη του κόσμου. Οι Wray, Harbrow & Kazmierow (2005) στην έρευνά τους για τους ανθρωπογενείς θορύβους σε παρθένες περιοχές της Νέας Ζηλανδίας, έχουν συμπεριλάβει τόσο επιστημονικές μετρήσεις, όσο και ποιοτικά εργαλεία όπως συνεντεύξεις ανθρώπων που βιώνουν εκ των έσω την περιοχή και τις επιδράσεις του θορύβου από τις ανθρώπινες δραστηριότητες σε αυτή αλλά και στους ίδιους. Τα πορίσματα της έρευνας συν-διαμορφώνονται από τα αριθμητικά επιστημονικά δεδομένα αλλά και από τις απόψεις και αξίες τον ντόπιων κατοίκων. Σε αντιστοιχία με την ερευνητική μεθοδολογία, οι πολιτικές αποφάσεις για οποιαδήποτε αλλαγή η οποία θα επηρεάσει άμεσα ή έμμεσα τη ζωή σε συγκεκριμένα οικοσυστήματα δεν θα όφειλαν να λαμβάνουν υπόψη εκ των προτέρων τις απόψεις και αξίες των κατοίκων της περιοχής; Γιατί το κράτος αρνείται να ακούσει πραγματικά τους πολίτες και να λάβει υπόψη τα ερευνητικά πορίσματα;

Η ‘πώληση’ του Ερημίτη για τουριστική εκμετάλλευση, θα εισάγει αναπόφευκτα ένα είδος επισκεπτών βραχείας διαμονής οι οποίοι αναμένεται ότι στο πλαίσιο των πολυτελών διακοπών τους θα επιβαρύνουν εξαιρετικά την περιοχή αλλά και την ως τώρα εμπειρία του φυσικού τοπίου από τους ντόπιους περιπατητές και φυσιολάτρες. Αναφερόμενοι στο σχεδιασμό της επισκεψιμότητας ενός Εθνικού Πάρκου της Ζηλανδίας, οι Wray, Harbrow & Kazmierow (2005) περιγράφουν δύο διαφορετικούς τύπους επισκεπτών, τους περιπατητές και τους επισκέπτες που έρχονται για λίγο είτε με ταχύπλοα σκάφη είτε αεροπορικώς. Οι πρώτοι, οι περιπατητές, φαίνεται ότι ήταν γενικώς φυσιολάτρες, με μεγάλη επαφή με την άγρια φύση, με σταθερότητα στους στόχους της εμπειρίας αναψυχής τους και με την επιθυμία να απολαύσουν τη φύση σε ένα πλαίσιο μοναξιάς-ηρεμίας. Οι δεύτεροι, σύντομης-διάρκειας επισκέπτες (τουρίστες θα τους ονόμαζα), οι οποίοι είχαν χρησιμοποιήσει ένα μηχανικό μέσον για να φτάσουν στην περιοχή, ήταν γενικά άπειροι αναφορικά με τη ζωή στην ύπαιθρο, ήταν εστιασμένοι σε κάποιο συγκεκριμένο στόχο τους ο οποίος συχνά ήταν να δουν κάποιο Κίβι (ζώο για το οποίο ήταν γνωστή η περιοχή), δεν τους ενδιέφερε η απόλαυση του ευρύτερου περιβάλλοντος της φύσης, και συχνά είχαν συνδυάσει την επίσκεψή τους στο Εθνικό Πάρκο με μια κοινωνική περίσταση.

Οι δύο τύποι ανθρώπων που μόλις ανέφερα επισκεπτόντουσαν ένα Εθνικό Πάρκο στο οποίο θα υπήρχε εύλογα κάποιος έλεγχος από τις κρατικές υπηρεσίες. Παρόλα αυτά, οι περιπατητές επισκέπτες δυσανασχετούσαν για τις συμπεριφορές των ‘τουριστών’ οι οποίοι δεν τους άφηναν να απολαύσουν τη φύση στο βαθμό που θα ήθελαν. Ας φανταστούμε το αντίστοιχο σενάριο στην περιοχή του Ερημίτη, την οποία οι ντόπιοι μέχρι πρότινος εξερευνούσαν ως περιπατητές και η οποία τους παρείχε ένα καταφύγιο της φυσικής ομορφιάς που μπορούσαν να απολαύσουν μόνοι τους και με ηρεμία, κάτι τόσο πολύτιμο για τον σύγχρονο άνθρωπο! Όμως εάν ανοίξουν δρόμοι και ξενοδοχεία, η απερίγραπτα όμορφη και πλούσια σε βιοποικιλότητα και ηχοποικιλότητα περιοχή του Ερημίτη θα παραδοθεί στους εκμεταλλευτές και στους τουρίστες της μιας βδομάδας. Οι ντόπιοι δεν θα μπορούν πια ούτε να πλησιάσουν τον Ερημίτη γιατί δεν θα αντέχουν να βιώνουν την κατάντια του, αλλά και δεν θα τους προσφέρει πια αυτό που τους πρόσφερε από πάντα, τη μοναξιά και ηρεμία στη συντροφιά της φύσης· τις περιόδους ησυχίας που σύμφωνα με τον Schafer (1977) είναι τόσο σημαντικές για την ανάκτηση του νοητικού και πνευματικού αυτοελέγχου. Ίσως οι ντόπιοι να νιώθουν μάλιστα τον ιδιαίτερο τύπο νοσταλγίας που ο Albrecht ονομάζει “solastalgia” μια “νοσταλγία που νιώθουμε όταν είμαστε στην πατρίδα μας” (στο Κlein, 2015, σ. 218) ενώ αυτή έχει μεταμορφωθεί από την εκμετάλλευση.

Η παραπάνω εγκληματική πράξη πώλησης του Ερημίτη από το ίδιο το κράτος είναι ακόμα περισσότερο αδιανόητη όταν αναλογισθεί κανείς ότι ο συγκεκριμένος τόπος, πλούσιος σε βιοποικιλότητα και ηχοποικιλότητα και σημαντικότατος ως ‘σημείο ανάπαυσης’ για τα αποδημητικά πουλιά αλλά και για τον άνθρωπο, απέχει λίγα χιλιόμετρα από τη Λίμνη Αντινιώτη της Κέρκυρας—περιοχή NATURA—και ακόμα λιγότερα από το Εθνικό Πάρκο Βουθρωτό της Αλβανίας. Τι κράτος είναι αυτό που “παίρνει” το δικαίωμα και αναλαμβάνει την ηθική ευθύνη να “πουλήσει” αυτήν την περιοχή; να την αφήσει “Απροστάτευτη” στα ανεξέλεγκτα κίνητρα και σχέδια ‘ανάπτυξης’ των αγοραστών που θα την οικειοποιηθούν με στόχο την εκμετάλλευση;

Στις μέρες μας, ενώ γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, το κράτος, αυτό το κράτος που αναφέρεται σε ηρωικές πράξεις και θυσίες των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους για να υπερασπίσουν τον τόπο τους, τον τόπο μας, το ίδιο κράτος νομιμοποιεί την ‘πώληση’ αυτών των τόπων. Ποια θα είναι αλήθεια η Ελλάδα χωρίς τους φυσικούς της τόπους; Από πού θα τροφοδοτηθούν οι επόμενες γενιές με ακούσματα, εικόνες, μυρωδιές, γεύσεις, αγγίγματα, περπατήματα, για να δημιουργήσουν μεγάλα και θαυμαστά έργα όπως έκαναν οι πρόγονοί μας; Σίγουρα όχι από τις ξενοδοχειακές μονάδες, τα beach bars, τα ταχύπλοα, τα κακόγουστα Greek nights…

Αν σκεφτούμε ένα κοινό παραπροϊόν που μοιράζονται τα παραπάνω δημιουργήματα της τουριστικής ανάπτυξης, έναν τύπο ρύπανσης που εκτείνεται πολύ πέραν των φυσικών ορίων των τουριστικών εγκαταστάσεων, εύκολα θα καταλήξουμε στο θόρυβο. Η τουριστική εκμετάλλευση των τόπων αλλάζει την εικόνα τους, αλλά αλλάζει σε μεγάλο βαθμό και την ηχητική τους ταυτότητα, μια ταυτότητα που συνδιαμορφώνεται από τους ήχους της τοπικής πανίδας και χλωρίδας αλλά και από τα φυσικά στοιχεία, τα ηχεία και τους διαμορφωτές του ήχου που προκύπτουν από τα ιδιαίτερα γεωφυσικά χαρακτηριστικά της περιοχής (βλ. Krause, 2012).

Ο ήχος, ένα ερέθισμα που περνάει μέσα από παράθυρα, γύρω και πάνω από τοιχία και φράκτες ενώ μεταδίδεται στο έδαφος, στον αέρα αλλά και στα ποτάμια, τις λίμνες και τις θάλασσες, έχει ιδιαίτερη σημασία για τη ζωή στα οικοσυστήματα. Οι ανθρωπογενείς ήχοι που δημιουργούνται από τις οικοδομικές εργασίες και τις τουριστικές δραστηριότητες, επηρεάζουν με ποικίλους και σημαντικούς τρόπους τη ζωή των ειδών που ζουν στα οικοσυστήματα της κάθε περιοχής. Η εξέταση αυτών των επιδράσεων, είναι δυνατόν να αναδείξει τον βαθμό στον οποίο η τουριστική εκμετάλλευση ενέχει σοβαρούς κινδύνους για τη βιωσιμότητα των ειδών σε μια περιοχή και για τη δίχως επιστροφή αλλοτρίωσή της.

Οι Kunc & Schmidt (2019) διεξήγαγαν μια μετα-ανάλυση 108 πειραματικών ερευνών οι οποίες είχαν πραγματοποιηθεί σε 109 είδη ζώων για να ερευνήσουν τις πιθανές επιδράσεις του ανθρωπογενούς θορύβου σε αυτά. Τα στοιχεία από τη μετα-ανάλυση αυτή οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο ανθρωπογενής θόρυβος προκαλεί σημαντικές αντιδράσεις όχι μόνον σε κάποια είδη αλλά σε πολλά και διαφορετικά είδη που ανήκουν σε διαφορετικές ταξινομίες συμπεριλαμβανόμενων των αμφίβιων, των αρθρόποδων, των πουλιών, των ψαριών, των θηλαστικών, των μαλακίων και των ερπετών.

Οι ανθρωπογενείς θόρυβοι είναι δυνατόν να μειώσουν την αποτελεσματικότητα του κυνηγιού ενός ζώου ακόμα και όταν οι συχνότητες των θορύβων αυτών δεν επικαλύπτουν τους ήχους του θηράματός του (Luo, Siemers, & Koselj, 2015). Ανάμεσα στους διάφορους τύπους ανθρωπογενών θορύβων, προκύπτει ότι δεν υπάρχουν είδη αβλαβών θορύβων για τη ζωή στα οικοσυστήματα. Τόσο οι συνεχόμενοι (π.χ. ήχοι από κλιματιστικά, αντλίες κ.λπ.) όσο και οι διακοπτόμενοι και ξαφνικοί ανθρωπογενείς θόρυβοι (άφιξη ταχύπλοου ή αυτοκίνητου, έναρξη μουσικής από ηχεία κ.λπ.) επηρεάζουν αρνητικά την καλή φυσική κατάσταση των διαφόρων ειδών ζώων στα οικοσυστήματα. Τα κόστη του ανθρωπογενούς θορύβου για την πανίδα δεν περιορίζονται στις εμφανείς συμπεριφορές όπως είναι η απομάκρυνση των ζώων της ξηράς, του νερού και του αέρα από τις θορυβώδεις περιοχές, αλλά εκτείνονται και σε λιγότερο εμφανείς αρνητικές επιπτώσεις όπως οι δυσκολίες στην αντίληψη των ήχων θηρευτή/θηράματος και των καλεσμάτων ζευγαρώματος, οι μεταβολές σε χρονικά και κινητικά τους πρότυπα, η αύξηση του ψυχολογικού στρες κ.α. (Francis & Barber, 2013).

Ο Krause (2012) περιγράφει ένα περιστατικό ανθρωπογενούς ηχορύπανσης το οποίο αναδεικνύει κάποιες περισσότερο ή λιγότερο εμφανείς επιπτώσεις σε ένα είδος ζώου. Αναφέρεται συγκεκριμένα στο πέρασμα ενός αεροπλάνου που προκάλεσε αρχικά μια προσωρινή διακοπή του χορωδιακού ήχου μιας ομάδας φρύνων. Η ενδιαφέρουσα εξέλιξη ήταν ότι κατά την επανεκκίνηση της χορωδίας των φρύνων φαίνεται ότι δημιουργήθηκαν μερικά ηχητικά κενά (σιωπές) με αποτέλεσμα, κατά τη διάρκεια των μεταβάσεων από τις σιωπές στο χορωδιακό τραγούδι, οι θηρευτές (κογιότ) της περιοχής να εντοπίσουν μέσω του ήχου την τοποθεσία κάποιων ατόμων (φρύνων) και να καταφέρουν να τα πιάσουν. Η ανθρωπογενής ρύπανση επομένως φάνηκε ότι δημιούργησε σημαντικά ρήγματα στον ηχητικό προστατευτικό κλοιό της ομάδας φρύνων με αποτέλεσμα την απώλεια κάποιων μελών της. Η περιοχή του Ερημίτη είναι πλούσια σε αμφίβια και οι ανθρωπογενείς ήχοι, π.χ. Beach bar κ.λπ. θα μπορούσαν να έχουν αντίστοιχα αποτελέσματα.

Δεδομένης της πολυπλοκότητας των επιδράσεων του ανθρωπογενούς θορύβου στα διάφορα είδη ζωής, σύμφωνα με τους Luo, Siemers, & Koselj, 2015, οι αποφάσεις των κρατών για την προστασία του περιβάλλοντος είναι αναγκαίο να λαμβάνουν υπόψη τους μηχανισμούς ενόχλησης των διαφόρων ειδών από τους ανθρωπογενείς θορύβους, ώστε να υπολογίζουν με μεγαλύτερη ακρίβεια τον αριθμό των ειδών που επηρεάζονται αρνητικά από αυτούς αλλά και τις πολυεπίπεδες επιδράσεις τους στη φυσική κατάσταση των ζώων.

Η δόμηση της άγριας φύσης, οδηγεί σε ύψιστο κίνδυνο μείωσης του αριθμού των πληθυσμών αλλά και της βιοποικιλότητας. Η μείωση της βιοποικιλότητας συνδέεται με μειωμένες αντοχές του συγκεκριμένου οικοσυστήματος σε αρνητικούς εξωτερικούς παράγοντες όπως οι αρρώστιες και οι κακοκαιρίες. Με την αλόγιστη δόμηση και τις ανθρώπινες παρεμβάσεις εισάγουμε ανισορροπίες στα οικοσυστήματα, με ανεξέλεγκτες μελλοντικές αρνητικές επιδράσεις. Δημιουργούνται κενά στην πυραμίδα των ζώων που σε ένα αρμονικό φυσικό περιβάλλον διασφαλίζει τη συνέχεια της ζωής.

Η μειωμένη βιοποικιλότητα συνδέεται με μειωμένη ηχοποικιλότητα στο ηχοτοπίο. Σε τόπους με μικρή ηχοποικιλότητα μειώνεται και η δυνατότητα του ανθρώπου να συντονισθεί ηχητικά και ψυχικά με τη μεγάλη ορχήστρα των ζώων (The great animal orchestra) όπως την ονομάζει ο Krause (2012). Ως αποτέλεσμα των μειωμένων σε ποικιλία ακουστικών ερεθισμάτων του ανθρώπου από το φυσικό περιβάλλον, σύμφωνα με τον Abrams (1997) φτωχαίνει και η γλώσσα. Όπως εξηγεί ο ίδιος:

Καθώς ο πολιτισμός της τεχνολογίας ελαχιστοποιεί τη βιοτική ποικιλία της γης, ελαχιστοποιείται και η γλώσσα… Μιας και όταν δεν ακούμε πια τις φωνές του κουφαηδονιού και του τρυποφράκτη, η δική μας η φωνή δεν μπορεί πια να καλλιεργηθεί από τις διακυμάνσεις τους. Καθώς ο γάργαρος λόγος των ποταμών σιωπά από ολοένα και περισσότερα φράγματα, καθώς οδηγούμε όλο και περισσότερες από τις άγριες φωνές της γης στη λησμονιά, η δική μας η γλώσσα γίνεται ολοένα και φτωχότερη, ολοένα και δίχως βάρος, σταδιακά αδειάζοντας από τη γήινη ηχηρότητά της. (Abram, 1997, σ. 86).

H γλώσσα γεννιέται, χρωματίζεται και εμπλουτίζεται από τον τόπο. Τα ονόματα των τόπων δεν είναι τυχαία. Δεν γνωρίζω κάποια ιστορία ή θρύλο σχετικά με το όνομα του Ερημίτη. Αυτό το όνομα όμως φαίνεται να αποτυπώνει μια αίσθηση του ανθρώπου που μόνος του βρίσκεται μέσα στην άγρια φύση. Είτε τα χαρακτηριστικά της ερήμου αναφέρονται στον τόπο είτε στον άνθρωπο που έχει την ανάγκη να βρει τον τόπο και τον χρόνο να μείνει μόνος/η του/ης ώστε να νιώσει τη σύνδεση με τη φύση και να ανακαλύψει βαθιές πτυχές του εαυτού του/ης καθώς αντανακλώνται στους ήχους και ρυθμούς του Ερημίτη τόπου, ο τόπος αυτός είναι προφανές ότι αποτελεί πολύτιμο φυσικό πλούτο της Κέρκυρας που είναι αναγκαίο να προφυλαχθεί από κάθε ανθρώπινη δόμηση που θα απειλήσει έστω και στο ελάχιστο την ισορροπία και την ύπαρξή του.

Η δόμηση του Ερημίτη βιάζει τον τόπο, αλλοιώνει εκ βάθρων την ηχητική και γενικότερη ταυτότητά του αλλά βιάζει και τον καθένα μας. Εμάς και τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας και τις μελλοντικές γενιές που με σεβασμό θα ήθελαν να μοιραστούν ένα μέρος της ομορφιάς, ισορροπίας και γαλήνης του τόπου του Ερημίτη. Εμείς και οι μελλοντικές γενιές, θα μπορούσαμε όχι να χτίσουμε τον Ερημίτη, αλλά να τον κάνουμε το σχολείο μας για τη φύση και τον πολιτισμό, ένα τόπο αναγέννησης του σώματος και της ψυχής μας που θα προάγει την υγεία, τη βαθιά γνώση, την αγάπη και σεβασμό για τον άλλον/η όποιος/α κι αν είναι, άνθρωπος, πουλί, θηλαστικό, ψάρι, φυτό…

Φανταστείτε δύο εναλλακτικά σενάρια:

Σενάριο 1. Ένα λεωφορείο φεύγει από το αεροδρόμιο της Κέρκυρας και παρκάρει μπροστά από το μεγάλο ξενοδοχειακό συγκρότημα στην τοποθεσία “Ερημίτης”. Οι 45 τουρίστες, αφού φρεσκαριστούν στο δωμάτιό τους πηγαίνουν στο beach bar για να απολαύσουν το ποτό τους με δυνατή μουσική. Στη συνέχεια επιχειρούν το πρώτο τους μπάνιο και αρκετοί από αυτούς νοικιάζουν και ένα jet ski για να σχίζουν τη θάλασσα με ταχύτητα καθώς πέφτει ο ήλιος.

Σενάριο 2. Μία μικρή ομάδα περιπατητών (8-10 άτομα) πραγματοποιούν έναν ηχητικό περίπατο (βλ. Westerkamp, 2001) στην περιοχή του Ερημίτη. Στη συνέχεια αφού καθίσουν όλοι σιωπηλά για λίγα λεπτά για να αφουγκραστούν τον τόπο, απολαμβάνουν ένα ποτήρι δροσερό νερό και το μπάνιο τους στη θάλασσα.

Ποια από τα δύο σενάρια θα θέλαμε να γίνει πραγματικότητα; Αυτό φαντάζομαι εξαρτάται από το πώς επιθυμούμε να ζήσουμε και τι κόσμο ονειρευόμαστε να παραδώσουμε στις επόμενες γενιές. Έχουμε ευθύνη και για μας και για το περιβάλλον που μοιραζόμαστε, και για το τώρα και για το μετά!

Βιβλιογραφία

Abram, D. (1997). The Spell of the Sensuous: Perception and Language in a More-Than-Human World. New York: Vintage Books.

Francis, C. and Barber, J., (2013). A framework for understanding noise impacts on wildlife: Αn urgent conservation priority. Frontiers in Ecology and the Environment, 11(6), pp.305-313.

Harbrow, M.A., Cessford, G.R. & Kazmierow, B.J. (2011). The impact of noise on recreationists and wildlife in New Zealand’s natural areas: A literature review. Science for Conservation Series 314. New Zealand Department of Conservation. https://www.doc.govt.nz/globalassets/documents/science-and-technical/sfc314entire.pdf.

Klein, N. (2015). Αυτό αλλάζει τα πάντα: Καπιταλισμός εναντίον κλίματος. ΑΑ Λιβάνη.

Krause, B. L. (2012). The great animal orchestra. New York: Little, Brown.

Kunc HP, Schmidt R. (2019). The effects of anthropogenic noise on animals: Α meta-analysis. Biol. Lett. 15: 20190649. http://dx.doi.org/10.1098/rsbl.2019.0649 https://royalsocietypublishing.org/doi/pdf/10.1098/rsbl.2019.0649.

Luo, J., Siemers, B. M. & Koselj, K. (2015). How anthropogenic noise affects foraging. Global Change Biology, 21(9), 3278-3289. DOI:10.1111/gcb.12997.

Save Erimitis. (2018). [Blog]. https://www.erimitis.gr/2018/06/18/taiped-kai-colpo-grosso-tis-kassiopis/.

Schafer, R. M. (1977). The Tuning of the World. New York: Knopf.

Siemers BM, Schaub A. (2010). Hunting at the highway: Τraffic noise reduces foraging efficiency in acoustic predators. Proc R Soc B 278, 1646–1652. (doi:10.1098/rspb.2010.2262) https://royalsocietypublishing.org/doi/pdf/10.1098/rspb.2010.2262.

Westerkamp, H. (1974/2001). “Soundwalking”, originally published in Sound Heritage, III (4). Ανακτήθηκε από: https://www.sfu.ca/sonic-studio-webdav/WSP_Doc/Booklets/SHWesterkamp.pdf.

Wray, K., Harbrow, M.A. & Kazmierow, B.J. (2005). Planning for visitor management at Mason Bay (Rakiura National Park, Stewart Island). DOC Research and Development Series 222, Department of Conservation, Wellington, New Zealand.

Facebook Twitter Linkedin Email

This entry was posted in Κύρια. Bookmark the permalink.