Αναβίωση μιας Ιστορίας ή Πραγματοποίηση ενός Μύθου;

Οι συστηματικές κολυμβητικές περιηγήσεις κατά το μήκος των ακτών της περιοχής οδηγούσαν από χρόνια τις σκέψεις μου στα λεγόμενα για το κατόρθωμα του Σκυλία και της Ύδνας να διασχίσουν κολυμπώντας τα 80 στάδια που καταλήγουν στο Αρτεμίσιο της Εύβοιας (Ηρόδοτος, Ἱστορίαι, Βιβλίο Θ’ [8.8.1 – 8.8.2]). Πλησιάζοντας τα 2500 χρόνια από την ιστορική ναυμαχία ο χρόνος έμοιαζε να εκμηδενίζεται κάθε φορά στην όψη του δίαυλου που ενώνει τον Παγασητικό και τον βόρειο Ευβοϊκό με το Αιγαίο πέλαγος. Ήταν απλώς η συνειδητοποίηση ότι βασικά γνωρίσματα του τοπίου παρέμειναν στο πέρασμα των αιώνων ως σημεία αναφοράς (ύφαλος Μύρμηξ ή Λευτέρης, λατομία ή μάρμαρα, άκρα Σηπιάς, Αρτεμίσιο, Ελληνικά, Καστρί και Παλαιόκαστρο). Ίσως και το ότι αναγνωρίζω πλέον την επιρροή που ασκεί η Θάλασσα στους ανθρώπους της ως βασική αιτία για διάφορους τρόπους πολιτισμικής έκφρασης. Με τον καιρό τα 7 ναυτικά μίλια μεταξύ των γειτονικών ακτών μετατράπηκαν αυθόρμητα στις απαραίτητες ανάσες ή χεριές για έναν διάπλου.

Την περασμένη χρονιά μοιράστηκα τις σκέψεις και τους υπολογισμούς αυτούς με συντρόφους από το χώρο της κολύμβησης. Οι συζητήσεις ήταν σε όλες τις περιπτώσεις σύντομες και η συμφωνία για την εκτέλεση του εγχειρήματος άμεση. Αυτό μετέτρεψε την αρχική ιδέα σε απόφαση για την πραγματοποίηση ενός μύθου που θα επιβεβαίωνε τις αναφορές του «πατέρα της Ιστορίας», τις μετρήσεις στον χάρτη και τους εμπειρικούς μου υπολογισμούς. Η εξέλιξη των συζητήσεων μακριά από το τραπέζι της παρέας οδηγούσε σε «διαδρομές» πέρα από τις προθέσεις μας και έτσι, μετά από δυο αναβολές, την Δευτέρα 31 Αυγούστου 2020, ο Δημήτρης, η Kaitlyn και ο υπογράφων αντικρύσαμε την ανατολή κολυμπώντας στο πέρασμα από το Καστρί για το Αγριοβότανο.

Το ξημέρωμα στις νοτιοανατολικές ακτές του Πηλίου σηματοδότησε μια μετάβαση, στον χρόνο και στον χώρο.

Έχοντας αφήσει λίγα λεπτά πριν την οπτική επαφή με τον βυθό της παραλίας στην αφετηρία μας και μόλις αρχίσαμε να προσαρμοζόμαστε στην ανήλια ακόμα θάλασσα, νοιώσαμε να κυλάμε πιο εύκολα απ’ όσο περιμέναμε στην αγκαλιά της. Το κύριο ρεύμα εισόδου στο στενό μας βοηθούσε. Τα λόγια του Saveiro, από το μικρό φουσκωτό που μας συνόδευε, ήταν εξίσου ενθαρρυντικά με το πρώτο διάλειμμα για νερό: καλύψαμε 1 ν.μ. σε 30’. Ο ίδιος ρυθμός συνεχίστηκε μέχρι το επόμενο σημείο τροφοδοσίας, όταν το πρωινό αεράκι άρχισε να παίζει με την επιφάνεια της θάλασσας. Η ροή προς το Τρίκερι ακολούθησε τις ακτές του Πηλίου. Η δική μας πορεία ήταν σχεδόν κάθετη σ αυτήν. Το ρεύμα δεν μας βοηθούσε πλέον. Ούτε και τα πρώτα κύματα που έφταναν από το στενό των Ωρεών.

Μετά από σχεδόν δύο ακόμη ώρες πορείας η υφή της θάλασσας άρχισε να αλλάζει. Είχαμε περάσει το μέσο του διάπλου. Στο μεταξύ, ο συντονισμός με το κύμα μας είχε βοηθήσει να αναπτύξουμε μια κοινή αίσθηση προσανατολισμού και διαχείρισης των δυνάμεών μας. Οι οδηγίες στον καπετάνιο ήταν να μας ακολουθεί και κάθε μισή ώρα να περνάει μπροστά μόνο για την τροφοδοσία μας. Ταξιδεύαμε με την δική μας «πυξίδα». Δεν υπήρχε ανταγωνισμός, παρά μια συντροφικότητα που μας έκανε να νοιώθουμε πιο κοντά μας το ιστορικό ζευγάρι. Η αίσθηση δυνάμωνε καθώς βλέπαμε ότι πλησιάζουμε στις ακτές του Αρτεμισίου. Τότε αρχίσαμε να υποψιαζόμαστε ότι το επιφανειακό ρεύμα (λόγω αέρα) που παρέσερνε το σκάφος, ήταν σε αντίθετη κατεύθυνση από την ροή της θάλασσας κατά μήκος των ακτών της Εύβοιας (που επηρεάζεται από το φαινόμενο στο στενό του Ευρίπου). Χρειάστηκε ακόμη μια στάση για τροφοδοσία για να καταλάβουμε ότι δυσκολευόμαστε να πλησιάσουμε την ακτή. Οπότε και αποφασίσαμε να κινηθούμε κόντρα στο κύμα που είχε αρχίσει να κόβει και ακολουθώντας όσο γίνεται το ρεύμα που θα μας οδηγούσε στην παραλία της Λιανής Άμμου.

Το φως που αναδύεται από τις αντανακλάσεις του βυθού, ακόμη και όταν η ορατότητα είναι περιορισμένη, υποδηλώνει ότι πλησιάζουμε στην ακτή. Τα «γένια του Ποσειδώνα» (λιβάδια Ποσειδωνίας) είναι «καλοχτενισμένα» (προς τα δυτικά λόγω της ροής κατά μήκος των ακτών) και η ατμόσφαιρα είναι ποτισμένη με ρετσίνι πεύκου (η ευρύτερη περιοχή είναι ενταγμένη στο δίκτυο Natura, τόσο για το χερσαίο όσο και για το θαλάσσιο περιβάλλον της).

Μετά από σχεδόν 5 ώρες κολύμπι η θέα του ξωκλησιού, κυριολεκτικά εκεί που φτάνει το κύμα, δεν αφήνει πολλά περιθώρια να αναρωτηθεί κανείς σε ποιόν Άγιο είναι αφιερωμένο. Το ζευγάρι που συναντάμε να κολυμπάει εκεί, ζητάει να μάθει από πού και πότε ξεκινήσαμε. Είναι ένας τρόπος χαιρετισμού και μετάδοσης πληροφοριών για τους ανθρώπους της θάλασσας. Ο προστάτης των ναυτικών μας περιμένει για μια σύντομη προσευχή. Μέχρι να βγούμε από τον παραθαλάσσιο ναό, το ζευγάρι έχει εξαφανιστεί. Σαν να μην βρισκόταν ποτέ εκεί αλλά και σαν να μας περίμενε από καιρό.