Σ… (: Σκιάθος)

[νήσος] Σκίαθος ή Σκιάθος (Σ…) (3:89) “Δὲν ἦτο τὸ μόνον παιδίον, τὸ ὁποῖον ἤρχετο εἰς τὸ μικρὸν ἐκεῖνο παντοπωλεῖον τῆς ὁδοῦ Σ…, κατὰ τὴν δυτικὴν ἐσχατιὰν τῆς πόλεως.” (Απόσπασμα από το “Πατέρα στο σπίτι!”)