Πλατάνα

{ακτή} Κλήμα (2:383, 3:262, 4:211) “Ἡ πετρώδης, ἀπότομος ἀκτή μου, ἡ Πλατάνα, ὁ Μέγας Γιαλός, τὸ Κλῆμα, ἔβλεπε πρὸς τὸν Καικίαν, καὶ ἦτον ἀναπεπταμένη πρὸς τὸν Βορρᾶν.” (Απόσπασμα από το “Όνειρο στο κύμα”)

Πλάκες

Πλάκες (2:541-3, 2:548, 2:620-2, 2:624, 2:626-30, 2:635, 3:172) “Πίσω, εἰς τὲς Πλάκες, ἐπάνω εἰς ἕνα βράχον ριζωμένον εἰς τὴν θάλασσαν, ἐκεῖ ἦτο τὸ σπιτάκι τῆς θεια-Σκεύως τῆς Γιαλινίτσας. Ὁ βράχος ἔβλεπε πρὸς μεσημβρίαν, καὶ ἀπὸ τὸ ἓν μέρος ἐπρόβαλλε τὸ πρωὶ ὁ ἥλιος, ἀνάμεσα ἀπὸ τρία νησάκια καὶ ἀπὸ μίαν ὑψηλὴν λευκὴν κορυφήν, χρυσώνων μὲ τὰς ἀκτῖνάς του ὅλα, τὸ πράσινον […]

Πιάτσα

Πιάτσα |Κολώνα της Πιάτσας, Μικρό Μουράγιο της Πιάτσας (3:165, 3:373) {και στα 2:625, 4:54} “― Εἶναι κόσμος, κόσμος… κάτω στὴ πιάτσα… στὸν Ἁι-Γιάννη ἀπ᾽ ὄξου… στὴν κολώνα μπροστά…” (Απόσπασμα από το “Βαρδιάνος στα Σπόρκα”) “Τὶς Κυριακές, ποὺ ἔβλεπε καὶ πλειότερον κόσμο (γιατὶ τὸ στενὸ κατηφορικὸ καλδερίμι ἦτον πρῶτο σοκάκι κατὰ τὸ γιαλό, δίπλα στὴν πιάτσα) ἄλεθε […]

Ξάνεμο, Ξάνεμον, Ξάρμενο

[ακτή] Ξάνεμον (Ξάρμενο) (2:193, 3:262, 3:58, 4:453, 4:467, 4:573) “Ὅλον τὸ κατάμερον* ἐκεῖνο, τὸ καλούμενον Ξάρμενο*, ἀπὸ τὰ πλοῖα τὰ ὁποῖα κατέπλεον ξάρμενα ἢ ξυλάρμενα*, ἐξωθούμενα ἀπὸ τὰς τρικυμίας, ἦτον ἰδικόν μου.” (Απόσπασμα από το “Όνειρο στο κύμα”)